Η επιλογή του κατάλληλου για εμάς ψυχοθεραπευτή είναι κομβικής σημασίας για την έκβαση της ψυχοθεραπείας μας. Άλλωστε, οι περισσότερες έρευνες συνηγορούν στο ότι η καλή ποιότητα της θεραπευτικής σχέσης είναι πολύ πιο καθοριστική για το αποτέλεσμα από ότι οι διάφορες θεραπευτικές κατευθύνσεις και τεχνικές.
Η ικανοποίηση από τη θεραπευτική σχέση όμως είναι μια αρκετά υποκειμενική αίσθηση που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το χαρακτήρα, την ιστορία και τις προσδοκίες μας. Έτσι, ακόμα και αν κάποιος που εμπιστευόμαστε μας συστήσει ένα θεραπευτή αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι εμείς θα νιώσουμε το ίδιο ταίριασμα.
Πέρα από κάποια βασικά στοιχεία που χρειάζεται να εξασφαλίσουμε, όπως το ότι πρόκειται για ένα θεραπευτή που διαθέτει ένα επίσημα αναγνωρισμένο επιστημονικό πτυχίο και άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ας δούμε κάποιες επιπλέον παραμέτρους που μπορεί να μας βοηθήσουν σε μια όσο το δυνατόν πιο συμβατή επιλογή:
Μπορούμε να αναρωτηθούμε αν για εμάς παίζει ρόλο το φύλο και η ηλικία του θεραπευτή στην προσπάθειά μας να ανοιχτούμε. Για παράδειγμα, κάποιοι άνθρωποι νιώθουν πιο άνετα με ένα θεραπευτή του ίδιου φύλου, καθώς πιστεύουν ότι θα μπορεί να τους καταλάβει περισσότερο. Μπορεί όμως και να θέλουμε να επιλέξουμε ένα θεραπευτή του αντίθετου φύλου, ακριβώς για να δουλέψουμε τη σχέση μας με τους άντρες/τις γυναίκες. Αντίστοιχα, μπορεί να νιώθουμε πιο άνετα με κάποιον κοντά στην ηλικία μας ή αντίθετα ένας μεγαλύτερος θεραπευτής να μας εμπνέει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη.
Ο πλέον καθοριστικός παράγοντας στην επιλογή θεραπευτή είναι το πώς εμείς βιώνουμε τη θεραπευτική σχέση. Ανεξαρτήτως των παραπάνω παραμέτρων, κάθε θεραπευτική σχέση χρειάζεται να χαρακτηρίζεται από αίσθημα ασφάλειας, σεβασμού και εμπιστοσύνης. Είναι σημαντικό να αισθανόμαστε ότι μπορούμε να μιλήσουμε ελεύθερα στο θεραπευτή μας, χωρίς να φοβόμαστε ότι θα σοκαριστεί με τις σκέψεις μας, θα μας κρίνει ή θα θυμώσει μαζί μας. Σε κάποιο βαθμό βέβαια αυτοί οι φόβοι είναι φυσικό να ενεργοποιούνται σε κάθε μας σχέση. Χρειάζεται όμως να δούμε κατά πόσο ο θεραπευτής είναι ανοιχτός στο να αναγνωριστούν και να δουλευτούν αυτά τα συναισθήματα μας προκειμένου να μπορέσουμε να νιώσουμε αυθεντική οικειότητα και ελευθερία μαζί του.
Ο πλέον καθοριστικός παράγοντας στην επιλογή θεραπευτή είναι το πώς εμείς βιώνουμε τη θεραπευτική σχέση. Ανεξαρτήτως των παραπάνω παραμέτρων, κάθε θεραπευτική σχέση χρειάζεται να χαρακτηρίζεται από αίσθημα ασφάλειας, σεβασμού και εμπιστοσύνης. Είναι σημαντικό να αισθανόμαστε ότι μπορούμε να μιλήσουμε ελεύθερα στο θεραπευτή μας, χωρίς να φοβόμαστε ότι θα σοκαριστεί με τις σκέψεις μας, θα μας κρίνει ή θα θυμώσει μαζί μας. Σε κάποιο βαθμό βέβαια αυτοί οι φόβοι είναι φυσικό να ενεργοποιούνται σε κάθε μας σχέση. Χρειάζεται όμως να δούμε κατά πόσο ο θεραπευτής είναι ανοιχτός στο να αναγνωριστούν και να δουλευτούν αυτά τα συναισθήματα μας προκειμένου να μπορέσουμε να νιώσουμε αυθεντική οικειότητα και ελευθερία μαζί του.
Είναι επίσης σημαντικό το να εμπιστευτούμε την αίσθησή μας για τη σοβαρότητα και τον επαγγελματισμό του θεραπευτή μας. Ανεξαρτήτως των διαφορετικών θεωρητικών κατευθύνσεων χρειάζεται να νιώθουμε ότι ο θεραπευτής είναι εκεί για εμάς και όχι το αντίστροφο. Για παράδειγμα, ένας θεραπευτής δε μεταφέρει τα δικά του προβλήματα στο θεραπευόμενο και σέβεται τα όρια της θεραπευτικής σχέσης (δε μιλάει στο τηλέφωνο την ώρα της συνεδρίας, δε μεταφέρει πληροφορίες από άλλους ασθενείς, δεν επιδιώκει προσωπικές σχέσεις με τους ασθενείς του εκτός του θεραπευτικού πλαισίου κ.λπ.).
Κλείνοντας, ας σημειώσουμε ότι δεν είναι σπάνιο το να μην βρούμε τον κατάλληλο για εμάς θεραπευτή με την πρώτη μας προσπάθεια. Όμως, αυτό δεν πρέπει να μας αποθαρρύνει. Η αναζήτηση και η ανεύρεση του κατάλληλου θεραπευτή αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της θεραπευτικής διαδικασίας που συνδέεται με την ικανότητά μας να αναγνωρίζουμε τις βαθύτερες ανάγκες μας και να εμπιστευόμαστε το προσωπικό μας κριτήριο.